Ιριάνα μου, πέρασαν 3 χρόνια από την ημέρα που σε αγκάλιασα για πρώτη φορά.

Πέρασαν 3 χρόνια μωρό μου από εκείνο το βράδυ που η Όλγα, η γιατρός μας, σε άκουσε στην κοιλιά μου και μου είπε "Μυρτούλα μου αύριο το πρωί λέω να την πάρουμε την μπέμπα σου. Έχει γυρίσει πάλι προς τα πάνω η ατακτούλα και τα ποδαράκια της ακουμπάνε στην προηγούμενη τομή της καισαρικής του Οδυσσέα".

 

Θυμάμαι να μου το λέει και να παγώνω. Λες και μου είπε κάτι κακό. Σε είχα συνηθίσει ξέρεις, να κολυμπάς στην κοιλιά μου σαν ψαράκι και είχαμε κάνει μεγάλο αγώνα με τον μπαμπά σου για να φτάσουμε στις 36 εβδομάδες. Ήταν για εμάς ένας σπουδαίος οικογενειακός στόχος. "Αν φτάσουμε στις 36 εβδομάδες θα είμαστε τέλεια" μας είχε πει η Όλγα όταν σε είχε δει για πρώτη φορά στην κοιλιά μου, μια μικρή κουκιδούλα και έκτοτε αυτό για εμάς είχε γίνει αυτοσκοπός. Καθημερινές ενέσεις στην κοιλιά, μελανιές, άγχος, προσοχή στη διατροφή για να μην γεμίσει λίπος ο πλακούντας, ηρεμία όσο αυτό ήταν επιτρεπτό και δυνατό από τις δουλειές και από τον Οδυσσέα βέβαια που ήταν μόλις 18 μηνών.

Θυμάμαι να γυρίζω σπίτι με ένα τεράστιο άγχος. Μέσα μου πίστευα πως είχαμε μερικές ημέρες μπροστά μας ακόμα. Ανάμεικτα συναισθήματα. Ήθελα όσο τίποτα να σε γνωρίσω αλλά από την άλλη ένιωθα φανταστικά που σε είχα στην ασφάλεια της κοιλιάς μου. "Να γυρίσετε σπίτι, να φάτε ελαφριά και αύριο το πρωί σας περιμένω στο νοσοκομείο". Χαρά και συγκίνηση μαζί. Τόσο έντονα που δεν μπαίνουν σε λέξεις.

 

Γυρίσαμε σπίτι. Ο μπαμπάς σου -τον ξέρεις τώρα!- κάλεσε τους θείους σου και τους νονούς του Οδυσσέα και παρήγγειλε σουβλάκια! Θα σου πω στη συνέχεια γιατί σου αναφέρω τα σουβλάκια! Εγώ έκλαιγα και εκείνοι αναρωτιόντουσαν τι μου συνέβαινε. 

 

Μέσα μου, οι αναμνήσεις τις γέννησης του Οδυσσέα λειτουργούσαν σαν λαίλαπα που έκαιγε την καρδιά μου και μου προκαλούσε ταχυπαλμία. Θα τα κατάφερνα; Θα σε έπαιρνα στην αγκαλιά μου ή θα σε έπαιρναν και εσένα μακριά μου για να μπεις στη θερμοκοιτίδα. "Όλγα πες μου, θα μπει στη θερμοκοιτίδα η μπέμπα" την ρωτούσα ασταμάτητα στο ιατρείο της. "Είναι ένα μικρό μωρό αλλά δεν μπορώ να σου πω σίγουρα ναι ή όχι Μυρτούλα μου" μου έλεγε. Θα ήθελα κάποιος να μου υπογράψει πως θα σε γεννήσω και θα σε πάρω αγκαλιά. Έψαχνα απεγνωσμένα μία απάντηση που να μου σιγουρεύει πως δεν θα ζήσω για δεύτερη φορά την άδεια αγκαλιά. 

 

Πέσαμε για ύπνο το βράδυ. Μου ήταν εντελώς αδύνατο να κοιμηθώ. Πήρα τον Οδυσσέα αγκαλιά και μέσα στον ύπνο του προσπαθούσα να του εξηγήσω πως για λίγες ημέρες η μαμά θα λείψει από το σπίτι για να του φέρει την αδερφούλα του. Του τα είχαμε εξηγήσει όλα πολύ καλά αλλά εκείνη την ώρα μαζί με την αγωνία μου, εμφανίστηκαν και αυτές οι αδιανόητες τύψεις για τον Ody. Ο ύπνος με πήρε τα ξημερώματα και στις 7.30 χτύπησε το ξυπνητήρι.

 

Πήρα τη μαμά μου για να ξεκινήσει για το μαιευτήριο και την άκουσα σε τρελή χαρά να μου λέει "καλέ εγώ είμαι εδώ από ώρα"! Μα τι έκανε στο μαιευτήριο από τόσο νωρίς; Πόση θετική ενέργεια μπορεί να μεταφέρει μια μαμά στο παιδί της σε όλες τις στιγμές της ζωής του;

 

Θυμάμαι να χαιρετάω τον Οδυσσέα προσπαθώντας να μην κλάψω μπροστά του. Θυμάμαι να μπαίνω στο αυτοκίνητο και να κλαίω που άφησα τον Οδυσσέα σπίτι. Θυμάμαι τον Τάσο να οδηγεί αγχωμένος. Φαντάζομαι το άγχος της θερμοκοιτίδας βρισκόταν και στο δικό του μυαλό.

 

Και τώρα θα σου πω για τα σουβλάκια... Έπρεπε, επειδή θα έκανα καισαρική, να μην έχω φάει τίποτα από τις 10 το βράδυ και μετά. Ούτε νερό. Έλα όμως που τα σουβλάκια που παρήγγειλε ο μπαμπάς σου ήταν απίστευτα αλμυρά και το πρωί θα μπορούσα να σκοτώσω άνθρωπο για να πιω λίγες σταγόνες νερό. Έφτασα στο μαιευτήριο, η μαμά μου μου έκανε την πιο μεγάλη αγκαλιά του κόσμου, της άφησα τα πράγματά μου και μπήκαμε με τον Τάσο στην αίθουσα προετοιμασίας. Και πάλι τα σουβλάκια! Έψαχνα για νερό. Τρεις φορές είπα "ψέματα" πως θέλω να πάω τουαλέτα και ήπια στα κρυφά νέρο. (Όλγα μη με μαλώσεις, στο λέω τώρα).

Και μετά πάλι η εμμονή. Και πάλι ρωτούσα την Ειρήνη, τη μαία μας, για το ενδεχόμενο της θερμοκοιτίδας. Ήταν λογικό να μην μπορεί κανείς να προβλέψει την οριστική απάντηση αλλά εγώ είχα πάθει εμμονή. Τα δωμάτια του μαιευτηρίου, η μυρωδιά, τα ρούχα, όλα μου θύμιζαν το βράδυ που γέννησα τον Οδυσσέα. Ήθελα -και έπρεπε- με εσένα η εμπειρία να είναι διαφορετική. Θα το κατάφερνα. 

Μπήκα στο χειρουργείο. Επισκληρίδειος, αγωνία, μυρωδιά αντισηπτικού και ένα πράσινο σεντόνι έκοβε την οπτική μου επαφή με την κοιλιά μου και άρα με εσένα. Ο Τάσος έξω με τους φίλους μας, εγώ μέσα μαζί σου. Οι δυο μας να δίνουμε τον αγώνα μας για να βρεθούμε αγκαλίτσα τα επόμενα λεπτά. Η ώρα ήταν 12.10 το μεσημέρι. "Ειρήνη, κράτα μου το χέρι" της ζήτησα και ένιωσα μια μαγική θαλπωρή. Εκείνη έβλεπε και από τις δύο πλευρές του σεντονιού και μέσα από τα μάτια της προσπαθούσα να καταλάβω τι συνέβαινε στην "από εκεί πλευρά". Μου εξηγούσε τι θα νιώσω ακριβώς και πώς προχωράει η διαδικασία. "Τη βλέπω" μου λέει και ένιωσα να χάνω τη γη κάτω από τα πόδια μου.

"Βλέπει το παιδί μου;" "Δεν είμαι καλά νιώθω ότι δεν παίρνω καλά ανάσα" είπα και κατευθείαν έφεραν μία μάσκα οξυγόνου στο πρόσωπό μου. "Μυρτούλα η κόρη σου βγαίνει" μου είπε η Ειρήνη και έκλεισα τα μάτια μου. Δεν ξέρω γιατί τα έκλεισα αντί να τα ανοίξω για να σε δω για πρώτη φορά. Μη με ρωτάς. Έτρεμα. Δεξία μου είδα τη θερμοκοιτίδα. Τα επόμενα δευτερόλεπτα άκουσα το κλάμα σου. Δεν πίστευα στα αυτιά μου. Ο πιο ωραίος ήχος της ζωής μου. Το κλάμα σου. Σε είδα. Φώναζες και έκλαιγες με τόση ένταση που ήξερα τι με περιμένει στη συνέχεια της ζωής σου! Ένα διεκδικητικό και δυναμικό κορίτσι! Πήγαινες από χέρι σε χέρι για να φτάσεις στην ανοιχτή "θερμοκοιτίδα" (έτσι μου φάνηκε) όπου σε εξέτασε η νεογνολόγος. Μεταξύ ζαλάδας, ατελείωτης χαράς και τρελής αγωνίας, αναγνώρισα τη νεογνολόγο. Την είχαμε στη ΜΕΝΝ 2 μήνες με τον Οδυσσέα. Με αναγνώρισε και εκείνη. Εξέτασε την Ιριάνα, γύρισε το πρόσωπό της σε εμένα, μου χαμογέλασε και είπε:

"Καλέ ποια θερμοκοιτίδα, δώστε το κορίτσι στη μαμά του".

"Βγάλτε μου το οξυγόνο" φώναξα και πέταξα από πάνω μου τη μάσκα.

Σε πήρα στα χέρια μου όχι όπως θα έπιανα ένα μπιμπελό, όπως πραγματικά ήσουν -ήσουν άλλωστε μόνο 2.450 γραμμάρια- αλλά όπως πιάνεις στα χέρια σου κάτι που λαχταράς για χρόνια. Σε έπιασα και σε φίλησα τρυφερά στο κεφαλάκι σου! "Αγάπη μου, έλα στη μαμά". Σε έβαλα στο στήθος μου και ξέρω ότι από εκείνη τη στιγμή ξεκίνησε μια σχέση ζωής. Ένα συναρπαστικό ταξίδι.

 

Στα γράφω αυτά όχι μόνο για να ξέρεις τι συνέβη εκείνη την ημέρα, αλλά επειδή θέλω να σου ευχηθώ να είσαι πάντα όπως εκείνο το πρώτο λεπτό που σε είδα.

Υγιής, δυναμική και... φωνακλού!

Σου εύχομαι να πατάς πάντα στα πόδια σου, να ονειρεύεσαι και να πραγματοποιείς, να έχεις καλούς φίλους, να αγαπάς και να αγαπιέσαι και να θυμάσαι πως η δύναμη είναι μέσα σου. Κανείς δεν μπορεί να στην πάρει ή να στη δώσει. Την έχεις μέσα σου από εκείνο το πρώτο δευτερόλεπτο που γεννήθηκες.

 

Ο μπαμπάς σου μας περίμενε στην αίθουσα ανακοινώσεων. Πρώτα βγήκες εσύ για να σε δει και μετά εγώ. 

Θυμάμαι την ανακούφιση στα μάτια του. Θυμάμαι τη γιαγιά σου να κλαίει από χαρά. 

Θα σου πω κάτι.

Ιριάνα μου, μας έμαθες πως στη ζωή τα πράγματα έρχονται και εύκολα. Η γέννησή σου μας λύτρωσε και σε ευχαριστώ για αυτό!

Να ζήσεις κόρη μου.

Με αγάπη,

η μαμά.

Η ιστορία μας, μοιάζει σε πολλά ή διαφέρει σε ακόμα περισσότερα από τις ιστορίες των χιλιάδων μαμάδων που κάθε μέρα φέρνουν στον κόσμο τα μωρά τους. Όμως ξέρω ότι κάθε μαμά έχει να αφηγηθεί τη δική της ιστορία και πως όσες φορές και αν την πει, άλλες τόσες θα κλαίει και κάθε φορά θα θυμάται ακριβώς εκείνα τα συγκλονιστικά συναισθήματα που γέμισαν την ψυχή της όταν πρωτο-είδε το μωρό της.

Leave a Reply

go to top