Σήμερα γίνεσαι 6 μηνών. Πέρασαν 6 μήνες από εκείνο το βράδυ μέχρι σήμερα.

Screen Shot 2015-06-25 at 10.27.01 AM

Ξημέρωνε Χριστούγεννα. Πριν λίγη ώρα ο μπαμπάς σου, ο παππούς, η γιαγιά και ο θείος Χρήστος είχαν φύγει από το δωμάτιο του Ιασώ και είχαμε μείνει οι δυο μας. Εσύ κι εγώ.

Σαν τώρα θυμάμαι ότι σε χάιδεψα με μια περίεργη γαλήνη. Οι τελευταίες εξετάσεις είχαν δείξει πως δεν θα γεννούσα και πως σε λίγες μέρες θα φεύγαμε να πάμε σπίτι, έχοντας μπροστά μας 2 μήνες ακόμα. Οι δύο μας! Χάιδεψα την κοιλιά μου, εσύ κουνήθηκες - ομολογουμένως πολύ- αλλά δεν έδωσα σημασία και έπειτα από 5 μέρες παραμονής μας στο Ιασώ, 5 μέρες αγωνίας και απανωτών εξετάσεων, κοιμήθηκα ήρεμη. Η ταλαιπωρία έμοιαζε να έχει τελειώσει. Ήμουν 7 μηνών έγκυος και ναι, θα φτάναμε στον 9ο!

Με πήρε ο ύπνος κι εσύ κολυμπούσες. Έντονα. Σου μιλούσα μισοκοιμισμένη και προσπαθούσα να σε ηρεμήσω. “Κοιμήσου μωρό μου, τον περάσαμε τον κίνδυνο”.

Πλάκα έχει να λογαριάζεις χωρίς τον ξενοδόχο.

Μια ώρα μετά, ξύπνησα έντρομη. Δεν θέλω να γράψω τι ακριβώς συνέβη γιατί δεν θέλω όταν μεγαλώσεις να το διαβάσεις. Αυτό είναι κάτι που θα το ξέρω πάντα εγώ. Εσύ αρκεί να ξέρεις πως ήσουν...βιαστικός... Μας πήρε ίσως 2 λεπτά για να βρεθούμε αρκετούς ορόφους κάτω, τα φορεία έτρεχαν, η Όλγα η γιατρός μας και η Ειρήνη η Μαία ήρθαν -από το χριστουγεννιάτικο ρεβεγιόν- σε χρόνο ρεκόρ (μα πώς το κάνατε αυτό;) και μια ολόκληρη ομάδα του Ιασώ, μας πλαισίωσε για να μας προστατέψει. “Μην πάρεις ακόμα τον Τάσο και τους γονείς σου”, μου είπε η Όλγα, “προσπαθούμε να κρατήσουμε τον μπέμπη στην κοιλίτσα σου”.

Και πάλι δεν σε είχαν ρωτήσει…

Οι συσπάσεις ήταν τόσο έντονες που όσο και να ήθελα να ελπίζω για το αντίθετο, μέσα μου ήξερα πως εσύ είχες πάρει τις αποφάσεις σου. Να πάρω τον Τάσο; Ρώτησα και πάλι. Περίμενε, μου είπε η Όλγα.

Εξετάσεις αίματος, οροί, ζώνες που μετράνε τις συσπάσεις, υπέρηχοι. Λευκοί τοίχοι, ενός παγωμένου δωματίου και εμείς οι δύο, σε απόλυτο σοκ, εγώ ακίνητη, κοκκαλωμένη, παγωμένη σαν ξύλο, εσύ σε πανικό μέσα στην κοιλιά μου, προσπαθούσαμε να καταλάβουμε τι θα γίνει.

“Μυρτούλα, πάρε τον Τάσο, θα τον πάρουμε τον μπέμπη σου”, μου είπε η Ειρήνη με χαμηλή φωνή, σαν να μου έλεγε το πιο γλυκό πράγμα του κόσμου. Εκείνη την ώρα ετοίμαζε κάτι και κοίταζε χαμηλά. Δεν θα ξεχάσω ποτέ αυτή την κουβέντα και αυτό το βλέμμα. Κοκκάλωσα και άρχισα να σπαράζω στο κλάμα. Ο μπαμπάς σου, ήταν δίπλα μας σε ελάχιστα λεπτά. Δεν τον ρώτησα ποτέ πώς ήρθε και με πόσο έτρεχε. Μπήκε στο δωμάτιο ντυμένος με ρούχα χειρουργείου για να είναι δίπλα μας σε όλα. Δεν επιτρεπόταν να είναι παρών στην καισαρική και έτσι μείναμε και πάλι οι δυο μας. Εμείς και μια ομάδα γιατρών και νοσοκόμων του Ιασώ που δεν ξέρω αν έχω καταφέρει να ευχαριστήσω όσο θα ήθελα. Θυμάμαι μόνο να εύχομαι με όλη τη δύναμη της ψυχής μου να μην ξυπνήσω από τη νάρκωση αν κάτι πήγαινε στραβά. 

Στις 4 τα ξημερώματα, ήμουν και πάλι μόνη μου. Έπειτα από 7 μήνες υπέροχης παρέας και εσύ είχες ήδη μπει στο σπιτάκι σου που θα σε φιλοξενούσε για 56 μέρες.

Μια άδεια κοιλιά και μια άδεια αγκαλιά.

Το ξύπνημα από τη νάρκωση με βρήκε μπροστά σε ένα πελώριο τοίχο. Απροετοίμαστη. Μπροστά σε ένα πελώριο βουνό, που έπρεπε να ανεβούμε με τον μπαμπά σου χέρι χέρι.

Πενηνταέξι ημέρες. Θυμάμαι κάθε μία. Εκτός από τις πρώτες που δεν μπορώ με τίποτα να επαναφέρω στη μνήμη μου. Σε απόλυτο σοκ, βρέθηκα στον 2ο όροφο του Ιασώ, σε έναν μικρόκοσμο γεμάτο πόνο αλλά και χαρές. Σε έναν μικρόκοσμο που θα μας φιλοξενούσε για 56 μέρες. Μια οικογένεια που δημιουργήθηκε πρόωρα. Δίπλα σε άλλες που ζούσαν τη δική τους ιστορία. Και σιγά σιγά το εγώ έγινε εμείς και γίναμε όλοι μια μεγάλη οικογένεια. Γονείς, προωράκια, γιατροί, μαίες, το προσωπικό. Μια ομάδα ενωμένη που έπρεπε να παίξει το καλύτερο χαρτί της για να πάνε όλα καλά.

Στο Ιασώ έκανες τους πρώτους σου φίλους. Στις διπλανές θερμοκοιτίδες. Και εμείς, οι γονείς, ενωθήκαμε με έναν ιερό δεσμό. Έναν κοινό στόχο. Να πάρουμε τα παιδιά μας από εκεί υγιή και να γυρίσουμε σελίδα.

Δύο επισκεπτήρια κάθε μέρα, κλάμα, πολύ κλάμα, στο αυτοκίνητο, στο σπίτι, στη δουλειά. Αλλά ποτέ μπροστά σου. Ήταν ρητή εντολή της Μαρίνας Αντωνιάδη (της λατρεμένης μας συντονίστριας Μαίας της Μονάδας Εντατικής Νοσηλείας Νεογνών) “θα του μιλάς μόνο για όμορφα πράγματα, για διακοπές, για βόλτες”. Και προσπαθούσαμε, αλήθεια. Και εσύ έπαιρνες 10 γραμμάρια τη μία μέρα, 20 την άλλη. Και όταν έπαιρνες 40 χειροκροτούσαμε όλοι μαζί με τους άλλους γονείς. Κάθε βράδυ, μετά το τέλος του βραδινού επισκεπτηρίου μαζευόμασταν σαν πηγαδάκι σε 5ήμερη και μοιραζόμασταν. Χαρές και λύπες. Στην αύξηση γραμμαρίων χειροκροτούσαμε, στα άσχημα νέα δακρύζαμε, όλοι μαζί. Γιατί ξαφνικά όλα τα παιδιά της παρέας, έγιναν δικά μας παιδιά.

Την πιο κρύα μέρα του χειμώνα και ενώ έξω χιόνιζε και εγώ ήμουν σε δουλειά, με το ρολόι στο χέρι πάντα για να προλάβω το μεσημεριανό επισκεπτήριο, χτύπησε το τηλέφωνο και ήταν ο μπαμπάς σου. “Με πήραν τηλέφωνο. Πάμε να τον πάρουμε”.

Πάγωσα, έκατσα για να μην πέσω κάτω και ένιωσα πως ήθελα να ουρλιάξω από μια αδιάνοητη χαρά, μια αξεπέραστη ανακούφιση και ένα τρελό άγχος. Σε μια ώρα υπογράφαμε τα χαρτιά της εξόδου. Τρέμαμε και οι δύο. Χαιρετήσαμε τους φίλους μας, τις μαίες που σε πρόσεξαν τόσο πολύ, τους γιατρούς. Το Ιασώ είχε γίνει το δεύτερο σπίτι μας. Πλέον όμως ήσουν δικός μας. Χωρίς ωράρια, χωρίς γιατρούς, χωρίς σωληνάκια.

Οι πόρτες του Ιασώ άνοιξαν. Έξω χιόνιζε. Μπήκαμε στο αυτοκίνητο και φύγαμε. Οι τρεις μας.

Screen Shot 2015-06-25 at 10.26.44 AM

 

 

Και πώς να πάνε όλα καλά αν είσαι μόνος σου; Σήμερα δεν θα μπορούσαμε να ετοιμαζόμαστε για το γάμο του θείου σου στη Σύρο και να πακετάρουμε μαγιό και μίνι σαγιονάρες αν όλο αυτό τον καιρό δεν είχαμε δίπλα μας την Όλγα Μπίκου, τη λατρεμένη μας γυναικολόγο, την πιο νεραϊδένια μαία του κόσμου, την Ειρήνη Χρυσανθοπούλου, την Χριστίνα Ταμπουρέα που μας στήριξε τόσο πολύ μα τόσο αθόρυβα, τους φίλους μας που γέμισαν το άδειο δωμάτιο του Ιασώ από το πρώτο λεπτό, τη θεία σου τη Θάνια και τον θείο Διονύση, τις νονές σου, την Αλέκα και την Εύα, τη Μαριάνθη, την Αθηνά, την Κατερινούλα που μας εξόπλισε και όλο το δωμάτιο, την Τεριάννα, τη Χρυσούλα, τη Ρία, τον Νίκο, την Ειρήνη, τη Δήμητρα, την Αργυρούλα, την Αλεξία, την Ιωάννα και τη Ζίλη, τη Βάσω, τη Μαρίνα, τη Λητώ, τον Γιώργο τον νονό σου, τον Κωνσταντίνο, τον Φίλιππο, τον Νίκο. Τον Δημήτρη Ψεματίκα, τον διευθυντή μου στον Love, άνθρωπος από τους λίγους, που μου άφησε να επιστρέψω όταν ήμουν πραγματικά έτοιμη. Τους φίλους μας στο Ιασώ, την Ανθή, τον Γιώργο, τη Μαρία, τον Χρήστο, τη Μαρία, τον Γιώργο, την Ελιάνα. Τους -κουμπάρους μας πλέον- Αγγελική και Μάνο και βέβαια την παιδίατρό μας την Κατερίνα Κατσιμπάρδη που σε πήρε προωράκι και σε έκανε κανονικό παιδάκι!

Τους γονείς μας που ξενυχτούσαν μέρα νύχτα κοντά μας και έπαιζαν το πιο επιτυχημένο θέατρο - ήταν φορές που σας πίστευα- και βέβαια τον πιο υπέροχο μπαμπά του κόσμου. Τον δικό σου. Που χωρίς εκείνον όλα θα ήταν τόσο μα τόσο διαφορετικά. 

bithaki
Και ξέρεις κάτι; Τα καταφέραμε...

Κλαίω. Όλα για καλό. Απέδειξε ότι ήταν μαχητής... κι εσείς μαζί!

Σε ευχαριστώ Αθηνά μου γλυκιά..

Με συγκίνησες....

δεν ξέρω πόσες φορές έχω διαβάσει αυτό το κείμενο και πόσο κλάμα ρίχνω κάθε φορά που το διαβάζω... δύναμη της μανούλς και επιμονή του μικρού σου μαχητή...
μόνο χαρές.
φιλιά πολλά,
Αντιγόνη

Πρώτη φορά το διάβασα αλλά όσες κι αν το διαβάσω τα ματια μου θα γεμίσουν δάκρυα είσαι πολύ γλυκιά και δυνατή μανούλα και έχεις έναν υπέροχο γιό που θα σε λατρεύει σε όλη του τη ζωή!!!

Με συγκίνησες πολύ! !! Να έχουν πάντα υγεία και να έχετε μια ευλογιμενη οικογένεια! Γέννησα πριν 40 μέρες το δεύτερο μωράκι μας...είδα και ακουσα διαφορά μέσα στο Ίασω. ..εύχομαι η αγκαλιά κάθε μάνας να είναι πάντα γεμάτη με τα αγγελούδια της!!

Leave a Reply

go to top